Απο τον ιστότοπο www. re-public.gr
Τον περασμένο μήνα έφτασα στο αεροδρόμιο Στάνστεντ, στη νοτιοανατολική Αγγλία, όπου ο ταξιδιώτης που αποβιβάζεται συναντά μια τεράστια μαύρη κατασκευή που υψώνεται απειλητικά πάνω από την ευρεία περιοχή του ελέγχου διαβατηρίων. ΣΥΝΟΡΑ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ γράφει, με γιγάντια γράμματα. Στην πραγματικότητα, από γεωγραφική άποψη σε αυτό το σημείο, βρίσκεσαι ήδη μέσα στη χώρα, καθώς έχεις διασχίσει την ακτή απ’ τον αέρα. Το μήνυμα όμως είναι σαφές και δυσοίωνο: δεν βρίσκεσαι μέσα μέχρι να περάσεις τον αστυνομικό έλεγχο.
Ως συνήθως, η αναμονή στην ουρά που προορίζεται για τους Άλλους- τους μη Ευρωπαίους- είναι εξουθενωτική. Καθώς περιμένω, ανησυχώ. Μοιάζω ακόμη στη φωτογραφία του διαβατηρίου μου; Μοιάζω με έμπορο ναρκωτικών, με τρομοκράτισσα, με πόρνη ή με ακίνδυνη τουρίστρια; Τα ρούχα μου είναι άραγε τα σωστά, τα μαλλιά μου είναι εντάξει; Τι θα σκεφτούν για τα αγγλικά μου; Σε ποιον αστυνομικό θα πέσω, στη νέα γυναίκα ή στον μεγαλύτερο άντρα και ποιος είναι καλύτερος; Και τα λοιπά.
Κρατώντας το διαβατήριό μου, κοιτάζω τη μικρή λευκή κάρτα αποβίβασης του Ηνωμένου Βασιλείου και αναρωτιέμαι, για χιλιοστή φορά, γιατί μου ζητούν να σημειώσω ένα από τα δυο κουτιά, Αρσενικό ή Θηλυκό. Πέρα από την οδύνη που αυτό προκαλεί στους ανθρώπους που δεν ταυτίζονται με το ένα ή το άλλο, γιατί το ρωτούν αυτό; Γιατί ρωτούν την ημερομηνία γέννησης και την εθνικότητα, εφόσον όλα τα διαβατήρια έχουν αυτή την πληροφορία; Αναρωτιέμαι πού καταλήγουν αυτές οι κάρτες, σε αρχεία ή στα σκουπίδια;
Όταν έρχεται η σειρά μου, η αστυνομικός με ρωτάει πληροφορίες που ήδη διαβάζει στην Κάρτα Αποβίβασης ή στη βίζα μου. Απαντώ, κι εκείνη επαναλαμβάνει τις ερωτήσεις, με τον σκεπτικισμό που έχω πλέον γνωρίζω τόσο καλά. Τελικά με αφήνει να περάσω κι έχω την αίσθηση πως γλίτωσα από κάτι, παρόλο που ξέρω ότι δεν έχω κάνει τίποτα ‘κακό’. Και κάθε φορά που το περνάω αυτό είναι όλο και πιο δύσκολο, σα να σκέπτονται ότι η συνεχιζόμενη επιθυμία μου να βρίσκομαι εδώ είναι έγκλημα.
Καθόλου σύνορα;
Είναι εύκολο να παραπονιέμαι για όλα αυτά. Είναι εύκολο να αναγάγω τις πολιτικές των συνόρων σε μια σαφή δεξιά-αριστερά επιλογή ανάμεσα στον έλεγχο και την ελευθερία, μια καταπιεστική μηχανή που έφτιαξαν οι πατέρες μας, άντρες με τα κοστούμια και τις στρατιωτικές στολές. Από τη σκοπιά εκείνων που φυλούν τα σύνορα, η ταξινόμηση και ο έλεγχος των ταξιδιωτών, πριν μπουν και ενώ βρίσκονται μέσα, μειώνουν τον κίνδυνο και το χάος για τους ίδιους τους πολίτες. Το σχέδιο δημιουργίας μιας ευρωπαϊκής ‘ένωσης’ επιχειρεί να τιμήσει διάφορες τοπικές εθνικότητες, εθνότητες και πολιτισμούς αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα τις πραγματικές πανευρωπαϊκές αξίες: τον διαφωτισμό, τον ανθρωπισμό, τον ορθολογισμό, την πρόοδο. Αναπόφευκτα αυτό σημαίνει ότι τα πολιτισμικά συστήματα που έρχονται απ’ έξω μπορούν να θεωρούνται ως κατώτερα, καθυστερημένα ή ύποπτα- για πολλούς μια ιδέα απωθητική.
Αλλά αν πούμε ‘ας μην υπάρχουν σύνορα’ είναι σα να πούμε να μην έχουμε κυκλοφοριακές ρυθμίσεις, να επιτρέψουμε σε οδηγούς χωρίς άδειες να τρέχουν όσο γρήγορα ή αργά θέλουν σε δρόμους χωρίς φανάρια, λωρίδες ή οριοθετημένες εξόδους. Να καθορίσουμε τον ουτοπικό στόχο είναι ένα πράγμα. Να δούμε πώς θα τηρήσουμε την τάξη μετά είναι ένα άλλο. Και το απαλλάξουμε τους εαυτούς μας από κάθε αναγκαιότητα διαφοροποίησής από τους άλλους κατηγορώντας τους άντρες με τα κοστούμια, είναι σαν να αποφεύγουμε τη σκληρή αλήθεια, ότι δηλαδή όλοι εμπλεκόμαστε σε αυτούς τους καταπιεστικούς πολιτισμούς και συχνά ωφελούμαστε από αυτούς.
Σ’ αυτή την περίπτωση, το δυσκολότερο δεν είναι οι κουραστικές ουρές των αστυνομικών ελέγχων αλλά αυτό που έρχεται μετά. Στην περίπτωση που τα εθνικά σύνορα καταργηθούν και ο καθένας μπορεί να μπει, να ζήσει και να εργαστεί στη χώρα σας, θα είστε ευτυχής εάν επιλέγονται εκείνοι για μια δουλειά για την οποία έχετε εκπαιδευτεί; Εάν οι νεοφερμένοι δέχονται χαμηλότερους μισθούς από σας για την ίδια δουλειά, θα νιώθετε καλά γι’ αυτό; Κι αν είναι πρόθυμοι να πληρώσουν πολύ υψηλότερο νοίκι από σας ή αν δεν τους νοιάζει να ζουν οκτώ άτομα σε ένα δωμάτιο; Ή αν συμβιβαστούν με αδικίες στον τόπο εργασίας που εσείς δεν θα μπορούσατε ούτε να διανοηθείτε; Με άλλα λόγια, οι διαφορές ανάμεσα σε σας και στους άλλους έχουν ή δεν έχουν σημασία- ή ποιες έχουν και ποιες δεν έχουν;
Η κατασκευή της δικής μας ταυτότητας εμπεριέχει τη διαφοροποίησή μας απ’ τους άλλους. Αυτοί φορούν αυτό, εγώ φοράω εκείνο. Αυτοί πιστεύουν κάτι. Εγώ πιστεύω κάτι άλλο. Τα όριά μας μάς επιτρέπουν να γνωρίσουμε τους εαυτούς μας. Αργότερα, μπορεί να συνειδητοποιήσουμε ότι με την πολλή διαφοροποίηση αποκοπήκαμε από τους άλλους και πρέπει να προσπαθήσουμε να έρθουμε πιο κοντά σε αυτούς από τους οποίους αποστασιοποιηθήκαμε. Το πήγαινε έλα μεταξύ της πίστης στον εαυτό μας και του ανοίγματος στους άλλους αποτελεί ένα συνεχές έργο.
Τι εννοούμε με τον όρο σύνορο;
Όταν μιλάμε για κοινωνική δικαιοσύνη χρησιμοποιούμε συχνά χωροταξική γλώσσα: το κέντρο, τα περιθώρια, το σύνορο, το πουθενά. Ο κοινωνικός κόσμος περιορίζεται σε χάρτες σκεπασμένους με γραμμές, που χαράζονται σε πολιτικές διασκέψεις όπου τα έθνη μοιράζουν λάφυρα, και με τελείες, οι μεγαλύτερες από τις οποίες θεωρούνται πιο ‘κεντρικές’ από άλλες.
Αυτές οι γεωγραφικές μεταφορές αγνοούν αυτό που γνωρίζουμε πολύ καλά, ότι τα σύνορα εμφανίζονται όταν νιώθουμε χώρια απ’ τους άλλους, όταν νιώθουμε ότι έχουμε υποστεί εισβολή ή όταν θέλουμε να κλείσουμε το χάσμα ανάμεσά μας. Αυτή η έννοια του συνόρου είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα, περίπλοκη και δύσκολη να αστυνομευθεί.
Ασφαλώς, δεν βιώνουμε όλοι αυτές τις συνοριακές στιγμές με τον ίδιο τρόπο. Ορισμένοι από μας απολαμβάνουν ενεργά την αναστάτωση της μίξης με πολιτισμούς που δεν είναι οι δικοί μας, ενώ άλλοι τρελαίνονται απ’ αυτό. Ορισμένοι από μας δεν ενδιαφέρονται να ξέρουν και να κρατούν το γενεαλογικό τους δέντρο, ενώ άλλοι θεωρούν πως δεν υπάρχει τίποτα πιο ενδιαφέρον. Μερικές φορές αυτές οι διαφορές εκφράζονται ως αναζήτηση αυθεντικών ταυτοτήτων- όπως στην περίπτωση εκείνων που επιθυμούν διακαώς να αναλύσουν το DNA τους ελπίζοντας ότι θα αποδείξουν ποιοι πραγματικά είναι (Βίκινγκ; Ετρούσκοι;) Άλλοι δεν νοιάζονται ή πιστεύουν πως δεν υπάρχουν τέτοιες κατηγορίες, προτιμώντας να σκέφτονται τους εαυτούς τους ως μέρος μιας μεγάλης ασαφούς ή υβριδικής οικουμενικότητας.
Σε ορισμένους αρέσουν οι ζώνες επαφής όπου οι άνθρωποι συναντιούνται και επηρεάζουν ο ένας τον άλλον. Άλλοι φανατίζονται με την ιδέα να κρατούν τις ‘φυλές’ χωριστά, τις εθνότητες καθαρές, τις παραδόσεις άθικτες. Πιστεύω πως καμιά από αυτές τις κοσμοθεωρίες δεν θα επικρατήσει στο ορατό μέλλον.
Πέρα από την πολωμένη σκέψη
Ένα μήνα μετά την άφιξή μου στο αεροδρόμιο Στάνσεντ, βρίσκομαι στα σύνορα που χωρίζουν την αμερικανική πολιτεία της Αριζόνα από τη μεξικανική πολιτεία της Σονόρα. Την τελευταία φορά που βρέθηκα εδώ ήταν πριν από δεκαπέντε χρόνια, αλλά η έρημος μοιάζει η ίδια- όμορφη, απέραντη προς κάθε κατεύθυνση και αδιαπέραστη στις προσπάθειες απόλυτου διαχωρισμού των εθνών με μια γραμμή. Μια κλασική ζώνη επαφών όπου μιλούν πολλές γλώσσες- ισπανικά, αγγλικά, ισπανοαγγλικά και πολλές ντόπιες διαλέκτους- ολόκληρη η νοτιοδυτική περιοχή διεκδικείται από κάποιους Μεξικανούς εθνικιστές ως γη κλεμμένη από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Άλλοι ακτιβιστές σε αγώνες των ιθαγενών χλευάζουν αυτή την ιδέα, λέγοντας ότι η περιοχή ανήκει στους ντόπιους πληθυσμούς πολύ πριν την κατακτήσουν οι Ευρωπαίοι και ιδρυθεί το σύγχρονο μεξικανικό κράτος.
Πολλές ταυτότητες παλεύουν για να τραβήξουν την προσοχή σε όλη την περιοχή. Οι Τσικάνος, με μεξικανική κληρονομιά αλλά γεννημένοι στις Ηνωμένες Πολιτείες, διαχωρίζουν τους εαυτούς τους από τους Μεξικανούς, που δηλώνουν μεγάλες διαφορές ανάλογα με το αν προέρχονται από το βορρά ή το νότο, τη δύση ή την ανατολή, την πόλη ή την ύπαιθρο. Τόσο οι Τσικάνος όσο και οι Μεξικανοί μετανάστες απορρίπτουν ότι έχουν οτιδήποτε κοινό με τους μετανάστες από την Κεντρική Αμερική, που διαφοροποιούνται λόγω εθνικότητας. Ορισμένοι ακτιβιστές δίνουν σε όλους αυτούς την ονομασία Λατίνο, ενώ άλλοι χρησιμοποιούν έναν όρο που ακούγεται από πολλούς λευκούς- Hispanic - και οι διαφορές είναι από πολιτική άποψη σημαντικές. Υπάρχουν Αφροαμερικανοί και γηγενείς Αμερικανοί από πολλές φυλές, καθώς και εκείνοι που οι πρόγονοί τους ήρθαν από την Κίνα και την Ιαπωνία. Και κάθε δυνατή μίξη έχει ήδη συμβεί, σύμφωνα με όλους εκτός από ένα κομμάτι αγανακτισμένων White Power. Και δεν είναι οι μόνοι που υιοθετούν ρατσιστικές θέσεις.
Η ποικιλία είναι εκπληκτική και μολονότι τα μέσα επικοινωνίας αναφέρουν συνεχείς πολεμικές και βία, μεγάλοι αριθμοί ανθρώπων περνούν αυτά τα σύνορα κάθε μέρα στο πλαίσιο της καθημερινής τους ζωής. Οι Tohono O’odham, που βρίσκονται εκεί εδώ και 6000 χρόνια, ζουν σε έναν καταυλισμό που κόπηκε στα δυο όταν ορίστηκαν τα σύνορα τον 19ο αιώνα.
Ο μόνος τρόπος να αφομοιώσει κανείς όλα αυτά είναι να εντρυφήσει στις ‘σκέψεις για τα σύνορα’ του Walter Mignolo, κάνοντας συνειδητή προσπάθεια να υπερβεί την εύκολη αντίθεση μεταξύ κυρίαρχων και κυριαρχημένων πολιτισμών.[1] Μια από τις παθιασμένες οπαδούς της αλλαγής του τρόπου σκέψης για τα σύνορα, η Gloria Anzaldua, μας παροτρύνει να ‘διαλύσουμε τον δυϊσμό υποκείμενο-αντικείμενο που μας κρατά φυλακισμένους’.[2] Είναι μια απαιτητική δραστηριότητα, να νιώσουμε το μίγμα με όλες του τις αντιφάσεις και να μην υποκύψουμε στην εύκολη καταδίκη οποιασδήποτε ομάδας. Πρέπει να το δοκιμάσω την επόμενη φορά που θα φτάσω στο αεροδρόμιο Στάνστεντ.
Notes
[1] Mignolo, Walter. 2000. Local Histories/Global Designs: Coloniality, Subaltern Knowledges, and Border Thinking. Princeton University Press.
[2] Anzaldua, Gloria. 1987. Borderlands/La Frontera: The New Mestiza. San Francisco: Aunt Lute..
Η Laura Agustín είναι η συγγραφέας του τόμου Sex at the Margins: Migration, Labour Markets and the Rescue Industry. London: Zed Books, 2007. Επισκεφτείτε την ιστοσελίδα της στο http://www.nodo50.org/conexiones/Laura_Agustin/ και επικοινωνείστε μαζί της στην ηλεκτρονική διεύθυνση laura@nodo50.org.
Τον περασμένο μήνα έφτασα στο αεροδρόμιο Στάνστεντ, στη νοτιοανατολική Αγγλία, όπου ο ταξιδιώτης που αποβιβάζεται συναντά μια τεράστια μαύρη κατασκευή που υψώνεται απειλητικά πάνω από την ευρεία περιοχή του ελέγχου διαβατηρίων. ΣΥΝΟΡΑ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ γράφει, με γιγάντια γράμματα. Στην πραγματικότητα, από γεωγραφική άποψη σε αυτό το σημείο, βρίσκεσαι ήδη μέσα στη χώρα, καθώς έχεις διασχίσει την ακτή απ’ τον αέρα. Το μήνυμα όμως είναι σαφές και δυσοίωνο: δεν βρίσκεσαι μέσα μέχρι να περάσεις τον αστυνομικό έλεγχο.
Ως συνήθως, η αναμονή στην ουρά που προορίζεται για τους Άλλους- τους μη Ευρωπαίους- είναι εξουθενωτική. Καθώς περιμένω, ανησυχώ. Μοιάζω ακόμη στη φωτογραφία του διαβατηρίου μου; Μοιάζω με έμπορο ναρκωτικών, με τρομοκράτισσα, με πόρνη ή με ακίνδυνη τουρίστρια; Τα ρούχα μου είναι άραγε τα σωστά, τα μαλλιά μου είναι εντάξει; Τι θα σκεφτούν για τα αγγλικά μου; Σε ποιον αστυνομικό θα πέσω, στη νέα γυναίκα ή στον μεγαλύτερο άντρα και ποιος είναι καλύτερος; Και τα λοιπά.
Κρατώντας το διαβατήριό μου, κοιτάζω τη μικρή λευκή κάρτα αποβίβασης του Ηνωμένου Βασιλείου και αναρωτιέμαι, για χιλιοστή φορά, γιατί μου ζητούν να σημειώσω ένα από τα δυο κουτιά, Αρσενικό ή Θηλυκό. Πέρα από την οδύνη που αυτό προκαλεί στους ανθρώπους που δεν ταυτίζονται με το ένα ή το άλλο, γιατί το ρωτούν αυτό; Γιατί ρωτούν την ημερομηνία γέννησης και την εθνικότητα, εφόσον όλα τα διαβατήρια έχουν αυτή την πληροφορία; Αναρωτιέμαι πού καταλήγουν αυτές οι κάρτες, σε αρχεία ή στα σκουπίδια;
Όταν έρχεται η σειρά μου, η αστυνομικός με ρωτάει πληροφορίες που ήδη διαβάζει στην Κάρτα Αποβίβασης ή στη βίζα μου. Απαντώ, κι εκείνη επαναλαμβάνει τις ερωτήσεις, με τον σκεπτικισμό που έχω πλέον γνωρίζω τόσο καλά. Τελικά με αφήνει να περάσω κι έχω την αίσθηση πως γλίτωσα από κάτι, παρόλο που ξέρω ότι δεν έχω κάνει τίποτα ‘κακό’. Και κάθε φορά που το περνάω αυτό είναι όλο και πιο δύσκολο, σα να σκέπτονται ότι η συνεχιζόμενη επιθυμία μου να βρίσκομαι εδώ είναι έγκλημα.
Καθόλου σύνορα;
Είναι εύκολο να παραπονιέμαι για όλα αυτά. Είναι εύκολο να αναγάγω τις πολιτικές των συνόρων σε μια σαφή δεξιά-αριστερά επιλογή ανάμεσα στον έλεγχο και την ελευθερία, μια καταπιεστική μηχανή που έφτιαξαν οι πατέρες μας, άντρες με τα κοστούμια και τις στρατιωτικές στολές. Από τη σκοπιά εκείνων που φυλούν τα σύνορα, η ταξινόμηση και ο έλεγχος των ταξιδιωτών, πριν μπουν και ενώ βρίσκονται μέσα, μειώνουν τον κίνδυνο και το χάος για τους ίδιους τους πολίτες. Το σχέδιο δημιουργίας μιας ευρωπαϊκής ‘ένωσης’ επιχειρεί να τιμήσει διάφορες τοπικές εθνικότητες, εθνότητες και πολιτισμούς αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα τις πραγματικές πανευρωπαϊκές αξίες: τον διαφωτισμό, τον ανθρωπισμό, τον ορθολογισμό, την πρόοδο. Αναπόφευκτα αυτό σημαίνει ότι τα πολιτισμικά συστήματα που έρχονται απ’ έξω μπορούν να θεωρούνται ως κατώτερα, καθυστερημένα ή ύποπτα- για πολλούς μια ιδέα απωθητική.
Αλλά αν πούμε ‘ας μην υπάρχουν σύνορα’ είναι σα να πούμε να μην έχουμε κυκλοφοριακές ρυθμίσεις, να επιτρέψουμε σε οδηγούς χωρίς άδειες να τρέχουν όσο γρήγορα ή αργά θέλουν σε δρόμους χωρίς φανάρια, λωρίδες ή οριοθετημένες εξόδους. Να καθορίσουμε τον ουτοπικό στόχο είναι ένα πράγμα. Να δούμε πώς θα τηρήσουμε την τάξη μετά είναι ένα άλλο. Και το απαλλάξουμε τους εαυτούς μας από κάθε αναγκαιότητα διαφοροποίησής από τους άλλους κατηγορώντας τους άντρες με τα κοστούμια, είναι σαν να αποφεύγουμε τη σκληρή αλήθεια, ότι δηλαδή όλοι εμπλεκόμαστε σε αυτούς τους καταπιεστικούς πολιτισμούς και συχνά ωφελούμαστε από αυτούς.
Σ’ αυτή την περίπτωση, το δυσκολότερο δεν είναι οι κουραστικές ουρές των αστυνομικών ελέγχων αλλά αυτό που έρχεται μετά. Στην περίπτωση που τα εθνικά σύνορα καταργηθούν και ο καθένας μπορεί να μπει, να ζήσει και να εργαστεί στη χώρα σας, θα είστε ευτυχής εάν επιλέγονται εκείνοι για μια δουλειά για την οποία έχετε εκπαιδευτεί; Εάν οι νεοφερμένοι δέχονται χαμηλότερους μισθούς από σας για την ίδια δουλειά, θα νιώθετε καλά γι’ αυτό; Κι αν είναι πρόθυμοι να πληρώσουν πολύ υψηλότερο νοίκι από σας ή αν δεν τους νοιάζει να ζουν οκτώ άτομα σε ένα δωμάτιο; Ή αν συμβιβαστούν με αδικίες στον τόπο εργασίας που εσείς δεν θα μπορούσατε ούτε να διανοηθείτε; Με άλλα λόγια, οι διαφορές ανάμεσα σε σας και στους άλλους έχουν ή δεν έχουν σημασία- ή ποιες έχουν και ποιες δεν έχουν;
Η κατασκευή της δικής μας ταυτότητας εμπεριέχει τη διαφοροποίησή μας απ’ τους άλλους. Αυτοί φορούν αυτό, εγώ φοράω εκείνο. Αυτοί πιστεύουν κάτι. Εγώ πιστεύω κάτι άλλο. Τα όριά μας μάς επιτρέπουν να γνωρίσουμε τους εαυτούς μας. Αργότερα, μπορεί να συνειδητοποιήσουμε ότι με την πολλή διαφοροποίηση αποκοπήκαμε από τους άλλους και πρέπει να προσπαθήσουμε να έρθουμε πιο κοντά σε αυτούς από τους οποίους αποστασιοποιηθήκαμε. Το πήγαινε έλα μεταξύ της πίστης στον εαυτό μας και του ανοίγματος στους άλλους αποτελεί ένα συνεχές έργο.
Τι εννοούμε με τον όρο σύνορο;
Όταν μιλάμε για κοινωνική δικαιοσύνη χρησιμοποιούμε συχνά χωροταξική γλώσσα: το κέντρο, τα περιθώρια, το σύνορο, το πουθενά. Ο κοινωνικός κόσμος περιορίζεται σε χάρτες σκεπασμένους με γραμμές, που χαράζονται σε πολιτικές διασκέψεις όπου τα έθνη μοιράζουν λάφυρα, και με τελείες, οι μεγαλύτερες από τις οποίες θεωρούνται πιο ‘κεντρικές’ από άλλες.
Αυτές οι γεωγραφικές μεταφορές αγνοούν αυτό που γνωρίζουμε πολύ καλά, ότι τα σύνορα εμφανίζονται όταν νιώθουμε χώρια απ’ τους άλλους, όταν νιώθουμε ότι έχουμε υποστεί εισβολή ή όταν θέλουμε να κλείσουμε το χάσμα ανάμεσά μας. Αυτή η έννοια του συνόρου είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα, περίπλοκη και δύσκολη να αστυνομευθεί.
Ασφαλώς, δεν βιώνουμε όλοι αυτές τις συνοριακές στιγμές με τον ίδιο τρόπο. Ορισμένοι από μας απολαμβάνουν ενεργά την αναστάτωση της μίξης με πολιτισμούς που δεν είναι οι δικοί μας, ενώ άλλοι τρελαίνονται απ’ αυτό. Ορισμένοι από μας δεν ενδιαφέρονται να ξέρουν και να κρατούν το γενεαλογικό τους δέντρο, ενώ άλλοι θεωρούν πως δεν υπάρχει τίποτα πιο ενδιαφέρον. Μερικές φορές αυτές οι διαφορές εκφράζονται ως αναζήτηση αυθεντικών ταυτοτήτων- όπως στην περίπτωση εκείνων που επιθυμούν διακαώς να αναλύσουν το DNA τους ελπίζοντας ότι θα αποδείξουν ποιοι πραγματικά είναι (Βίκινγκ; Ετρούσκοι;) Άλλοι δεν νοιάζονται ή πιστεύουν πως δεν υπάρχουν τέτοιες κατηγορίες, προτιμώντας να σκέφτονται τους εαυτούς τους ως μέρος μιας μεγάλης ασαφούς ή υβριδικής οικουμενικότητας.
Σε ορισμένους αρέσουν οι ζώνες επαφής όπου οι άνθρωποι συναντιούνται και επηρεάζουν ο ένας τον άλλον. Άλλοι φανατίζονται με την ιδέα να κρατούν τις ‘φυλές’ χωριστά, τις εθνότητες καθαρές, τις παραδόσεις άθικτες. Πιστεύω πως καμιά από αυτές τις κοσμοθεωρίες δεν θα επικρατήσει στο ορατό μέλλον.
Πέρα από την πολωμένη σκέψη
Ένα μήνα μετά την άφιξή μου στο αεροδρόμιο Στάνσεντ, βρίσκομαι στα σύνορα που χωρίζουν την αμερικανική πολιτεία της Αριζόνα από τη μεξικανική πολιτεία της Σονόρα. Την τελευταία φορά που βρέθηκα εδώ ήταν πριν από δεκαπέντε χρόνια, αλλά η έρημος μοιάζει η ίδια- όμορφη, απέραντη προς κάθε κατεύθυνση και αδιαπέραστη στις προσπάθειες απόλυτου διαχωρισμού των εθνών με μια γραμμή. Μια κλασική ζώνη επαφών όπου μιλούν πολλές γλώσσες- ισπανικά, αγγλικά, ισπανοαγγλικά και πολλές ντόπιες διαλέκτους- ολόκληρη η νοτιοδυτική περιοχή διεκδικείται από κάποιους Μεξικανούς εθνικιστές ως γη κλεμμένη από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Άλλοι ακτιβιστές σε αγώνες των ιθαγενών χλευάζουν αυτή την ιδέα, λέγοντας ότι η περιοχή ανήκει στους ντόπιους πληθυσμούς πολύ πριν την κατακτήσουν οι Ευρωπαίοι και ιδρυθεί το σύγχρονο μεξικανικό κράτος.
Πολλές ταυτότητες παλεύουν για να τραβήξουν την προσοχή σε όλη την περιοχή. Οι Τσικάνος, με μεξικανική κληρονομιά αλλά γεννημένοι στις Ηνωμένες Πολιτείες, διαχωρίζουν τους εαυτούς τους από τους Μεξικανούς, που δηλώνουν μεγάλες διαφορές ανάλογα με το αν προέρχονται από το βορρά ή το νότο, τη δύση ή την ανατολή, την πόλη ή την ύπαιθρο. Τόσο οι Τσικάνος όσο και οι Μεξικανοί μετανάστες απορρίπτουν ότι έχουν οτιδήποτε κοινό με τους μετανάστες από την Κεντρική Αμερική, που διαφοροποιούνται λόγω εθνικότητας. Ορισμένοι ακτιβιστές δίνουν σε όλους αυτούς την ονομασία Λατίνο, ενώ άλλοι χρησιμοποιούν έναν όρο που ακούγεται από πολλούς λευκούς- Hispanic - και οι διαφορές είναι από πολιτική άποψη σημαντικές. Υπάρχουν Αφροαμερικανοί και γηγενείς Αμερικανοί από πολλές φυλές, καθώς και εκείνοι που οι πρόγονοί τους ήρθαν από την Κίνα και την Ιαπωνία. Και κάθε δυνατή μίξη έχει ήδη συμβεί, σύμφωνα με όλους εκτός από ένα κομμάτι αγανακτισμένων White Power. Και δεν είναι οι μόνοι που υιοθετούν ρατσιστικές θέσεις.
Η ποικιλία είναι εκπληκτική και μολονότι τα μέσα επικοινωνίας αναφέρουν συνεχείς πολεμικές και βία, μεγάλοι αριθμοί ανθρώπων περνούν αυτά τα σύνορα κάθε μέρα στο πλαίσιο της καθημερινής τους ζωής. Οι Tohono O’odham, που βρίσκονται εκεί εδώ και 6000 χρόνια, ζουν σε έναν καταυλισμό που κόπηκε στα δυο όταν ορίστηκαν τα σύνορα τον 19ο αιώνα.
Ο μόνος τρόπος να αφομοιώσει κανείς όλα αυτά είναι να εντρυφήσει στις ‘σκέψεις για τα σύνορα’ του Walter Mignolo, κάνοντας συνειδητή προσπάθεια να υπερβεί την εύκολη αντίθεση μεταξύ κυρίαρχων και κυριαρχημένων πολιτισμών.[1] Μια από τις παθιασμένες οπαδούς της αλλαγής του τρόπου σκέψης για τα σύνορα, η Gloria Anzaldua, μας παροτρύνει να ‘διαλύσουμε τον δυϊσμό υποκείμενο-αντικείμενο που μας κρατά φυλακισμένους’.[2] Είναι μια απαιτητική δραστηριότητα, να νιώσουμε το μίγμα με όλες του τις αντιφάσεις και να μην υποκύψουμε στην εύκολη καταδίκη οποιασδήποτε ομάδας. Πρέπει να το δοκιμάσω την επόμενη φορά που θα φτάσω στο αεροδρόμιο Στάνστεντ.
Notes
[1] Mignolo, Walter. 2000. Local Histories/Global Designs: Coloniality, Subaltern Knowledges, and Border Thinking. Princeton University Press.
[2] Anzaldua, Gloria. 1987. Borderlands/La Frontera: The New Mestiza. San Francisco: Aunt Lute..
Η Laura Agustín είναι η συγγραφέας του τόμου Sex at the Margins: Migration, Labour Markets and the Rescue Industry. London: Zed Books, 2007. Επισκεφτείτε την ιστοσελίδα της στο http://www.nodo50.org/conexiones/Laura_Agustin/ και επικοινωνείστε μαζί της στην ηλεκτρονική διεύθυνση laura@nodo50.org.
3 σχόλια:
@ Tractatus
Είμαι ο 7777 αναγνώστης του "profile" σου.
Κερδίζω τίποτε;;;
Περί συνόρων, επιμιξίας κλπ έχω να πω -στα πεταχτά- ότι τα μουλάρια (ειδικά όσα προέρχονται από γάϊδαρο και φοράδα) είναι πολύ πιό δυνατά, πιό έξυπνα, πιό μακρόβια από τους γεννήτορές τους.
Κατά άλλα ωραία τα γράφει η "ρέ! δημόσια!". Θα ψάξω για τα βιβλία.
Και το δικό μου τώρα:
Έχω φτιάξει, με την βοήθεια και άλλων μπλογκιστών και μπλογκιστριών, έναν κατάλογο από 35 κοινωνικοπολιτικά ψέμματα και παρακαλώ εσένα και τους φίλους εδώ να έρθετε και να ψηφίσετε για να αναδειχτούν τα 7 μεγαλύτερα ψέμματα:
psemmatapsemmata.blogspot.com
Ψευτοφιλάκια.
ιδιαίτερο κείμενο Ελένη.
Ρίτσα, ευχαριστώ :)
Δημοσίευση σχολίου