Του Βασίλη Καραποστόλη* απο τα σημερινά ΝΕΑ
Η πιο δυνατή σουβλιά μέσα στο μυαλό και το στήθος του απλού πολίτη έρχεται σήμερα από την ίδια του τη συνείδηση. Γνωρίζει πια ο καθένας τις αιτίες που η ζωή του γέμισε πληγές. Για την ακρίβεια, για την ανεργία, για τις τιμές των καυσίμων, για τις βουτιές στα χρηματιστήρια φλυαρούν ακατάπαυστα ειδικές σελίδες και ειδικές εκπομπές. Και λοιπόν; Όσο περισσότερες οι ειδήσεις, όσο πιο πολλά αρπάζει το μάτι και τ΄ αυτί τόσο περισσότερο παραλύει η θέληση μπροστά στη λάμια που λέγεται Αρπαγή. Η γνώση που συσσωρεύτηκε αποδεικνύεται άχρηστη, ανίκανη να βοηθήσει τον πολίτη να καταλάβει το τι και πώς της άγριας επίθεσης που δέχεται. Χιμούν από όλες τις μεριές συμφέροντα, που ούτε καν μεταμφιέζονται για να αποσπάσουν όσα κέρδισαν κάποτε οι πιο αδύναμοι. Τα κέρδισαν τότε που οι γνώσεις τους για το «σύστημα» και τους «μηχανισμούς» ήταν ακόμη λειψές. Αλήθεια υπήρξαν καιροίόχι πολύ μακρινοί- που οι εργαζόμενοι ήξεραν χονδρικά και μόνο τι εστί εκμετάλλευση. Τους μιλούσε γι΄ αυτήν κάθε μέρα το πετσί τους, όπου πάνω του χαράζονταν η αδικία και η αγανάκτηση εναντίον της. Δεν χρειάζονταν πολλά στοιχεία και κουβέντες για να καταλάβει ο μισθωτός και ο αγρότης με ποιον τρόπο από τον μόχθο τους φούσκωναν μερικά πορτοφόλια που ήταν ήδη παχιά. Όταν έτσι ξεσπούσαν απεργίες ή διαδηλώσεις μπορούσε κανείς να βρει στο ξεκίνημά τους έναν πόνο, μια πίεση εις βάρος των φτωχών που είχε γίνει πια ανυπόφορη. Τότε γιατί και σήμερα δεν πλημμυρίζουν οι δρόμοι από ανθρώπους με υψωμένες γροθιές; Είτε ο πόνος δεν είναι πολύ οξύς είτε είναι άλλου είδους απ΄ αυτόν που εμφανιζόταν πιο παλιά. Ισχύει το δεύτερο. Ναι, υπάρχει διαφορά, γιατί αυτό που νιώθουν στις μέρες μας οι εργαζόμενοι δεν είναι τόσο η στέρηση όσο η προσβολή. Εκεί, μέσα στα μύχια του εαυτού βρίσκεται η ρίζα του πόνου. Αν και δεν το ομολογεί, ο πολίτης που έμαθε γράμματα, που πήρε πτυχίο, που έμαθε μισή ή τρεις ξένες γλώσσες, ο πολίτης αυτός που για μια περίοδο κολακεύτηκε επειδή μπόρεσε να απαιτήσει με επιχειρήματα τα «ανθρώπινα δικαιώματά» του, τώρα βλέπει ότι τον μεταχειρίζονται σαν έναν δειλό και ηλίθιο μαζί. Παράδοξη η εποχή μας. Πρώτα κάνει το άτομο να νομίζει ότι είναι «κάποιος» κι έπειτα του δείχνει πως δεν είναι τίποτα. Εν τω μεταξύ, οι άρπαγες δοκιμάζουν την αντοχή των θυμάτων τους. Άπλωσαν το χέρι τους μέσα στα ασφαλιστικά ταμεία και το έβγαλαν γεμάτο λάφυρα και χωρίς την παραμικρή γρατσουνιά μέχρι στιγμής. Η επιχείρηση συνεχίζεται. Ελεύθεροι χώροι, δάση, παραλίες, όσα μάθαμε να αποκαλούμε δημόσια αγαθά κατέληξαν να είναι ορεκτικό για τους ακόρεστους. Φάνηκε καθαρά ότι η πείνα των χορτάτων είναι ένα πάθος που αυτοερεθίζεται ελλείψει αντίστασης. Αξιωματούχοι του κράτους, διοικητές, πολιτικοί δεν διστάζουν να σφετεριστούν το παραπάνω, το ακόμη παραπάνω, μεθυσμένοι από το παιχνίδι: «πάρε μέχρι να σε σταματήσουν». Το ότι ρισκάρουν εύθυμα σχεδόν οι πλεονέκτες δείχνει ακριβώς την ατολμία των εντίμων. Τόσα σκάνδαλα, τόση περιφρόνηση των λίγων καιροσκόπων προς τους πολλούς, κι όμως ακόμη οι τελευταίοι καταπίνουν τη γλώσσα τους. Έχουν κλείσει την τηλεόραση κι έχουν μισοκλείσει τα βλέφαρα κουρασμένοι. Πιο πολύ απ΄ όλα τους βαραίνει ένα είδος ντροπής, επειδή ξέρουν ένα σωρό λεπτομέρειες για την αισχροκέρδεια χωρίς να μπορούν να κραυγάσουν βραχνά και λαϊκά όπως άλλοτε: «Αίσχος!». Η παλιά καταπίεση γεννούσε την εξέγερση. Άραγε η σημερινή ντροπή τι κυοφορεί εκτός από μερικά ξεφυσήματα;
*Ο Βασίλης Καραποστόλης είναι καθηγητής Πολιτισμού και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών
4 σχόλια:
Ελένη δεν το είχα διαβάσει αυτό το κείμενο και είναι πολύ καλό και χρήσιμο.
Θα επανέλθω στο θέμα.
Θα πω προς το παρόν ότι η μη συμμετοχή σε αυτή τη βία που ασκείται από λίγους εναντίον των πολλών είναι αποδοχή και συνενοχή.
GR σύντομα θα ανεβάσω ένα άρθρο μου που δημοσιεύτηκε τοπικά με θέμα τη "κουλτούρα" της υποκρισίας...υποκρισία είναι και η μη συμμετοχή ή η συμμετοχή με εκπτώσεις και παραχωρήσεις σε θεσμικά ζητήματα.
Θα επανέλθω κι εγώ.
Ο Β.Καραπστόλης έχει το πλεονέκτημα εκτός απο καθηγητής σε ΑΕΙ να είναι και συγγραφέας και η ταινία του Κουτσαφτή "Αγέλαστος Πέτρα" ήταν με δικές του περιγραφές...γενικότερα στέκεται αρκετά στη παρατήρηση όλων όσων δεν προσέχουν οι άλλοι κι αυτό χρειάζεται -ειδικά αν είσαι επιστήμονας και δεν θέλεις να είσαι εντελώς περιγραφικός και ορθολογιστής....:)))
Έχω διαβάσει (για ανάγκες επιστημονικής εργασίας) δυο βιβλία του Καραποστόλη και πάρα πολλά άρθρα του.
Θεωρώ ότι μέρα με τη μέρα γίνεται ακόμα πιο αιχμηρός, ακόμα πιο άμεσος και δεν είναι τυχαίο αυτό για τις εποχές που ζούμε:
"Στη κόψη του Ξυραφιού", όπως θα έλεγε και ο παππούς Θουκυδίδης..
έχεις δίκιο καπκουμ...γίνεται καλύτερος γιατί αρχίζει να ξεφεύγει απο την ακαδημαίκή γλώσσα και να λέει ανοιχτά αυτά που τον απασχολούν και μας απασχολούν...οσο για το ξυράφι του Θουκυδίδη φαίνεται απο τότε οτι τα πράγματα ήταν σε μια αιχμή...απλά εμείς το ζούμε τώρα
Δημοσίευση σχολίου